προσεγεγόνει

προσεγεγόνει
προσγίγνομαι
attach oneself to
plup ind act 3rd sg (attic epic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • εύθειος — ο(ν) (για άντρα) 1. ολοκληρωμένος, σωστός (ὅτε δὲ ὁ εὐγενικὸς Διγενὴς εἰς τὸ μέτρον ἔφθασεν τῆς αὑτοῡ ἡλικίας καὶ εἰς τοὺς ἄνδρες εὔθειος ἀνὴρ προσεγεγόνει», Διγ. Ακρ.) 2. ικανός («ἵππον εὔθειον», Διγ. Ακρ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < ευθε (ευθύς, γεν.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”